Η ΔΕΘ πλησιάζει και το ενδιαφέρον στρέφεται ολοένα και περισσότερο στο ποια θα είναι τα μέτρα που θα παρθούν μετά από μία ενεργειακή κρίση που έχει γονατίσει την εγχώρια οικονομία και κατ’ επέκταση τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Στο τραπέζι των συζητήσεων θα πέσουν ο πληθωρισμός που παραμένει υψηλός με τις τιμές των προϊόντων να κάνουν πραγματικό ράλι και τις ανατιμήσεις να διαδέχονται η μία την αλλη χωρίς φρένα.
Όλων των ειδών τα προίόντα μέσα σε ούτε ένα χρόνο έχουν γνωρίσει πρωτόγνωρες αυξήσεις, ενώ εάν πάμε στην τιμή της βενζίνης και των καυσίμων, εκεί η κατάσταση είναι ακόμα πιο δραματική.
Με μία οικονομία που αντί να προχωρά σε γενναίες αυξήσεις μισθών κάνει μεγάλες αυξήσεις σε όλα τα προίόντα δείχνει πως κάτι δεν πάει καλά και πλέον δεν κρύβεται.
Επομένως, η ελληνική κυβέρνηση είναι βέβαιο πως θα περάσει σε ένα πακέτο μέτρο, το οποίο, έστω θεωρητικά, θα προσπαθήσει να ανακουφίσει την μέση ελληνική οικογένεια που έχει αγανακτήσει και έχει φθάσει σε σημείο να περιορίζει ακόμα και τα απαραίτητα.
Από ό,τι φαίνεται η πτώση στην τιμή της βενζίνης κοντά στα 2 ευρώ απομακρύνει το ενδεχόμενο να δοθεί και τρίτο fuel pass.
Αντί αυτού επιδιώκεται να δοθεί περισσότερο βάρος σε ευάλωτες οικονομικά και κοινωνικά ομάδες, όπως οι άνεργοι, οι χαμηλοσυνταξιούχοι και χαμηλόμισθοι.
Εκείνο που θα προωθήσει, ενδεχομένως, η κυβέρνηση είναι η επιταγή ακρίβειας, που σαφώς θα έχει περιορισμένη έκταση και θα είναι μία έστω μικρή τονωτική ένεση για τα νοικοκυριά που βρίσκονται στην «εντατική» λόγω της οικονομικής περιθωριοποίησης που υφίστανται.
Για το 2023 τα στοιχήματα που πρέπει να βάλει η κυβέρνηση είναι πολλά.
Μπορεί να γίνεται λόγος για πρωτογενές πλεόνασμα και τα μηνύματα από την πορεία των εσόδων από τον τουρισμό να είναι κάτι παραπάνω θετικά, ωστόσο ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη.
Η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για όλους έχει οξύμωρο χαρακτήρα. Από τη μία πλευρά ανακουφίζει τον εργαζόμενο αλλά από την άλλη πλευρά τραυματίζει τον κρατικό προϋπολογισμό από τον οποίο εξαρτάται η οικονομία της χώρας.
Επίσης, πλησιάζει το επίδομα θέρμανσης που επιβαρύνει εξίσου τον κρατικό προϋπολογισμό.
Το σημαντικότερο, όμως, που δεν λαμβάνεται υπόψη είναι το πόσο θα κοστίσει η ενεργειακή κρίση, που ας είμαστε ειλικρινείς, δεν έχει τελειώσει, όπως επίσης άλλωστε και η ακρίβεια που δεν προβλέπεται να υποχωρήσει αλλά το αντίθετο μάλλον.
Τέλος, κανείς δεν υπολογίζει την επισιστική κρίση που απειλεί τον πλανήτη, δηλαδή τις ελλείψεις ακόμα και σε βασικά είδη κατανάλωσης.
Με βάση τα παραπάνω εύλογα μπορεί να διερωτηθεί κανείς εάν ο στόχος για πλεόνασμα και ανάπτυξη είναι υπαρκτός ή ένα όνειρο θερινής νυκτός.
Επομένως, πολλά θα ακούσουμε στην ΔΕΘ αλλά το καλάθι που θα κρατάμε θα πρέπει να είναι μικρό μέχρι της έμπρακτης απόδειξης του αντιθέτου.